Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2008

ΚΑΛΕΣΜΑ

Απόψε,
σαν θα βγει το φεγγάρι,
έλα στο μεγάλο ποτάμι
να κοιτάξουμε στα νερά του
τη θλίψη μας.
Κατόπιν,
θα κόψουμε καλάμια
από την ακροποταμιά
να πλέξουμε καλύβα
στη μοναξιά μας.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 21, 2008

ΜΙΚΡΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ 2

Ταραγμένος απ΄ τις γυάλινες ματιές που στράφηκαν καταπάνω του, φωτισμένες απ΄ τα νυσταγμένα φανάρια, είπε ένα «γεια σας» και χώθηκε στο σοκολατένιο σκοτάδι του κήπου. Ήθελε να βγει έξω το γρηγορότερο, αλλά σκόνταφτε σε κλαδιά που είχαν σωριαστεί απ΄ την καταιγίδα και άλλαζε πορεία, χωνόταν σε κυκλικά μονοπάτια που δεν κατέληγαν πουθενά, επιχειρούσε να δοκιμάσει νέα περάσματα κι έπεφτε δε άλλα δύσβατα παρτέρια, στρωμένα σάπια φύλλα που ανάμεσα τους σέρνονταν ερπετά- έτσι του φάνηκε- ή ξεπετιόνταν βατράχια με θυμωμένα κοάσματα. Τελικά βγήκε σ΄ ένα ξέφωτο με ευκάλυπτους, που θρόιζαν παρηγορητικά.
Κόλλησε την πλάτη του στον κορμό ενός απ΄ αυτά τα γενναιόδωρα, πολύχρονα δέντρα κι έκλαψε πικρά. Τώρα μπορούσε να κλάψει ελεύθερα, ακόμα και για το τραγούδι του Τόνιο Κρέγκερ.
Έκλαιγε με αναφιλητά, απελευθερώνοντας από μέσα του καημούς και επιθυμίες που δεν μπορούσε να προσδιορίσει με ακρίβεια. Θρηνούσε προκαταβολικά για μια ζωή που δεν του είχε αποκαλυφθεί, έκλαιγε ενθουσιασμένος για τους καινούριους του ρόλους, για τον έρωτα που διάβρωνε βασανιστικά τα νεύρα και τους ιστούς του, για τους ανθρώπους του που απομακρύνονταν ώρα με την ώρα από κοντά του με δική του υπαιτιότητα. Μα δεν γινόταν αλλιώς.
«Δεν γίνεται αλλιώς…» βεβαίωνε ψιθυριστά τον εαυτό του.
Γιάννης Ξανθούλης «Του φιδιού το γάλα»


Αλήθεια όμως είναι πως οι πραγματικοί πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας, της κάθε ιστορίας, δεν είμαστε ποτέ εμείς. Ούτε οι σημαντικοί ήρωες της. Παρά κελύφη είναι τα κορμιά μας, καρικατούρες άψυχες και μαριονέτες, κι αλλιώς ορίζονται τα πράγματα. Απ΄ αλλού. Μοίρα ή Θεό, δεν με ενδιαφέρει να το βρω. Όσο κι αν πάσχουμε και θρηνολογούμε, κανείς δεν μας δίνει σημασία. Και οι ίδιες οι ιστορίες μας μικρές είναι πολλές φορές κι ασήμαντες.
Όσοι έχουμε επιλεγεί να μετέχουμε σε κάθε ιστορία, απλώς κουβαλάμε τα πράγματα ως εδώ. Τα ξετυλίγουμε , κι αυτά ερήμην μας μετά κυλάνε.
Ανδρέας Μήτσου « Ο κύριος Επισκοπάκης»


Έκανε το γύρο του γραφείου του και κάθισε, αντιστάθηκε στον πειρασμό να κρύψει το πρόσωπό του στις παλάμες του και είπε τις τελευταίες λέξεις της εξήγησής του. «Η αγάπη δεν δικαιολογεί τα πάντα. Δεν δικαιολογεί τίποτα. Ήταν το χειρότερο και πιο διεστραμμένο κίνητρο για φόνο που έχω γνωρίσει ποτέ- και εννοώ διεστραμμένο με την παλιά, σωστή έννοια, Ντέιμον. Αυτό είναι τελικά το κακό. Μην ψάχνετε αλλού».
Ρουθ Ρέντελ «Πικρό τέλος»


Έβγαλε από την τσέπη του ένα πακέτο τσιγάρα, έφερε ένα τσιγάρο στο στόμα και το άναψε, κλείνοντας τις παλάμες του γύρω από το σπίρτο. Η Άννα δεν μπορούσε να διακρίνει τα χαρακτηριστικά του, αλλά, τη φευγαλέα εκείνη στιγμή που άναψε η φλόγα, είδε τα μάτια του- άστραφταν από οργή και μοναξιά. Της αντιγύρισε το βλέμμα κι έπειτα φύσηξε το σπίρτο/ Ήξερε πως ήταν ο Δράκος:η καρδιά της πλημμύρισε από τρυφερότητα, ενώ συγχρόνως ξεχείλιζε κι από φόβο. Τον κοίταξε με αγάπη.
Ο άνδρας τράβηξε μερικές βαθιές ρουφηξιές απ΄ τσιγάρο του και μετά έκανε ήσυχα μεταβολή. Κατευθύνθηκε προς τα πεύκα με αργό, χωλό βήμα.
Ειρήνη Σπανίδου «Φόβος»

Σάββατο, Φεβρουαρίου 09, 2008

ΟΥΛΑΛΟΥΜ




Ήταν σα να σε πρόσμενα Κερά

απόψε που δεν έπνεε έξω ανάσα,

κι έλεγα: Θάρθει απόψε απ' τα νερά

κι από τα δάσα.


Θάρθει, αφού φλετράει μου η ψυχή,

αφού σπαρά το μάτι μου σαν ψάρι

και θα μυρίζει ήλιο και βροχή

και νειό φεγγάρι . . .


Και να, το κάθισμά σου σιγυρνώ,

στολνώ την κάμαρά μας αγριομέντα,

και να, μαζί σου κιόλας αρχινώ

χρυσή κουβέντα:


. . . Πως – να, θα μείνει ο κόσμος με το "μπά"

που μ' έλεγε τρελόν πως είχες γίνει

καπνός και - τάχας - σύγνεφα θαμπά

προς τη Σελήνη . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Νύχτωσε και δεν φάνηκες εσύ

·κίνησα να σε βρω στο δρόμο - ωιμένα -

μα σκούνταφτες (όπου εσκούνταφτα) χρυσή

κι εσύ με μένα.


Τόσο πολύ σ' αγάπησα Κερά,

που άκουγα διπλά τα βήματα μου!

Πάταγα γω - στραβός - μεσ' τα νερά;

κι εσύ κοντά μου . . .

Γιάννης Σκαρίμπας

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 04, 2008

ΑΓΙΕΜΠΟΡΟΙ

Στις 19 Γενάρη, ημέρα Σάββατο
με άρρωστο ήλιο
υποδεχτήκαμε την επιστροφή
ύστερα από 600 χρόνια
των απομεινάντων ιερών λειψάνων
του Αγίου Πέτρου, Μητροπολίτη Άργους.
Ιταλοί που τάχαν κλέψει
Ιταλοί τα γύρισαν πίσω.
Κόσμος ρυτιδιασμένος
βγήκε από τις τρύπες του
φορώντας τα καλά του
γέμισε τους δρόμους
κι έκανε προσευχές
μπερδεμένες και ακατανόητες.
Τριάντα παπάδες παν μπροστά
και έξη δεσποτάδες
με τα λαμπρά τα άμφια τους.
Και τις χρυσές τις ράβδους τους
Δείχνουν το δρόμο.

Συγκίνηση και κλάμα.

Στις γωνιές οι αγιέμποροι
κρυμμένοι
παίζουν το ματάκι τους
και κάνουν άλλους λογαριασμούς.