Κυριακή, Οκτωβρίου 21, 2007

Η ΠΕΡΔΙΚΑ

Ψηλό-λιγνός καλόγερος
το ράσο του βουτούσε
σ΄ ένα ρυάκι ασθενικό
την κάπνα για να διώξει.

Με τη φωτιά τα έβαλε
με το βοριά τα βάζει
που καίγαν τα φτωχά χωριά
μέρες εφτά και νύχτες.

Μ΄ ένα φλασκί χωρίς νερό
Μ΄ ένα σταυρό από πεύκο.

Την ήττα του κουβάλησε
στην πέτρα για να κάτσει
με στερεμένο βλέφαρο
και με φωνή χαμένη.

Ο ήλιος βγαίνει από νωρίς
και το κορμί του ανάβει
και βλέπεις πα στο στήθος του
μια πέρδικα φευγάτη.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

ΚΡΑΥΓΗ

Θεοί και δαίμονες
συνωστίζονται
σ΄ ένα κίτρινο δρόμο μέσα μου.

Αρθούρε
της χαμένης εφηβείας
β ο ή θ ε ι α.

Η φτηνή ζωή περίσσεψε
κι ο θάνατος
δεν έχει μεγαλείο.