Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Ν Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΘΑ ΕΙΧΕ ΠΕΣΕΙ
Το κείμενο αυτό είναι το πρώτο μιας σειράς κειμένων που σχεδιάζεται να κορυφωθούν με ένα πλαίσιο πολιτικών προτάσεων.
Ποιο είναι τα θεμελιώδη δεδομένα της κατάστασης;
Πρώτον ∙ έχουμε μια κυβέρνηση η οποία έχει καταπατήσει και αντιστρέψει τελείως τις υποσχέσεις και το πρόγραμμα με το οποίο έχει εκλεγεί. Αυτό είναι μια παραβίαση των θεμελίων της δημοκρατίας και του δημοκρατικού συμβολαίου. Είναι δηλ. μια παραβίαση των θεμελίων της δημοκρατικής ζωής. Σε ότι αφορά το σύνταγμα της χώρας έχουμε παραβίαση του θεμελιώδους πρώτου άρθρου περί «λαϊκής κυριαρχίας». Αυτά δεν είναι κατηγορίες διατυπωμένες με ρητορικό τρόπο: Δηλώνουν ότι δεν μπορεί να συνεχισθεί με κανονικό τρόπο η πολιτική ζωή όταν τα θεμέλια της κοινωνικής πολιτικής συμφωνίας έχουν συντριβεί με τον χειρότερο τρόπο και με ευθύνη της κυβέρνησης. Με βάση τα παραπάνω, η κυβέρνηση δεν είναι απλώς αντιδημοκρατική, είναι πραξικοπηματική και στερούμενη νομιμοποίησης. Είναι με μία λέξη παράνομη*1.
Δεύτερον ∙ αυτή η παράνομη κυβέρνηση, με την παράνομη συναίνεση της πλειοψηφίας του κυβερνώντος κόμματος, έχει περάσει (επομένως) παράνομο νομοθετικό έργο, το οποίο εξαθλιώνει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Αυτό την καθιστά διπλά παράνομη: Η κοινωνία και η δημοκρατία δεσμεύονται από το κοινωνικό συμβόλαιο και δεν έχουν δικαίωμα να εξαθλιώνουν πολίτες ή ομάδες πολιτών. Αυτή η δέσμευση από το κοινωνικό συμβόλαιο, περιγράφεται και από το σύνταγμα της χώρας σε διάφορα άρθρα του (δείτε ενδεικτικά τα 4, 5, 16, 21, 22, 25 άρθρα του συντάγματος). Επομένως, ακόμη και αν υπήρχε συγκατάθεση της πλειοψηφίας, δεν μπορούν να θίγονται θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών στο όνομα οποιασδήποτε πλειοψηφίας. Η δημοκρατία δεν είναι πολίτευμα της πλειοψηφίας, είναι πολίτευμα που ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας στο βαθμό που αυτή δεν θίγει θεμελιώδη δικαιώματα πολιτών, έστω και ενός. Και είναι θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε πολίτη η μη εξαθλίωση του. Θα κάνουμε εδώ μια ακόμη παρατήρηση: Για οποιαδήποτε κυβέρνηση που θέλει να ενεργεί νόμιμα και ηθικά, προηγείται το δικαίωμα των πολιτών της στη μη εξαθλίωση από τα όποια δικαιώματα των πιστωτών της.
Οι δύο περιπτώσεις κυβερνητικής συμπεριφοράς που περιγράψαμε πιο πάνω καθιστούν τη κυβέρνηση παράνομη και υπόλογη για βαρύτατα αδικήματα.
Απέναντι στις μεγάλες και θεμελιώδεις αυτές παρανομίες της κυβέρνησης, ποια είναι η συμπεριφορά των άλλων πολιτικών δυνάμεων που συμμετέχουν στο πολιτικό καθεστώς της μεταπολίτευσης;
Η Ν.Δ. είναι ο άλλος μεγάλος πυλώνας αυτού του καθεστώτος. Υπόλογη για παρόμοιες παρανομίες σαν αυτές που αναλύθηκαν πιο πάνω είναι και η ίδια. Είναι συνυπεύθυνη για το κτίσιμο του καθεστώτος της κομματοκρατίας καισαρικού τύπου (όπου καίσαρας ο εκάστοτε αρχηγός κόμματος). Αυτό το καθεστώς, το καθεστώς δηλαδή της μεταπολίτευσης, εμφανώς δεν είναι δημοκρατία. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτές οι θεμελιώδεις παρανομίες πρώτη φορά συνδυάσθηκαν με τέτοια μαζική επίθεση του καθεστώτος εναντίον του λαού (ειδεχθή εγκλήματα). Μια επίθεση που έθεσε το καθεστώς στην απόλυτη υπηρεσία των ξένων και ντόπιων τραπεζιτών και διεθνών κέντρων εξουσίας που αυτή τη στιγμή ηγεμονεύονται από τη γερμανική οικονομικοπολιτική ελίτ. Η απόλυτη υποταγή του καθεστώτος στα άφρονα ξένα κελεύσματα μπορεί να αποδειχθεί μοιραία τόσο για το καθεστώς, όσο και για την νικηφόρα (μέχρι τώρα) προέλαση της παγκοσμιοποίησης. Η απαίτηση για εθνική αξιοπρέπεια και κυριαρχία (και όχι τόσο η απαίτηση για ένταση της ταξικής πάλης) μπορεί λοιπόν, στη περίπτωση της Ελλάδας, να αποδειχθεί ένας σημαντικός αστάθμητος παράγοντας που θα οδηγήσει τις δυνάμεις του καθεστώτος και της παγκοσμιοποίησης στην ήττα.
Πάμε τώρα στον τρίτο πυλώνα του καθεστώτος της μεταπολίτευσης: στα κόμματα της Αριστεράς. Τα κόμματα της Αριστεράς έχουν αποτύχει να κατανοήσουν την ουσία της σημερινής κυβέρνησης. Ότι δηλ. πρόκειται για μια πραξικοπηματική, παράνομη και θεμελιωδώς απάνθρωπη κυβέρνηση. Την αντιμετωπίζουν σαν μια ακόμα καπιταλιστική κυβέρνηση η οποία παίρνει (παραδέχονται τα χειρότερα) άδικα και αντιλαϊκά μέτρα. Και πιστεύουν ότι απλώς έχει «έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης» (ανακοίνωση ΣΥΝ). Δεν πρόκειται όμως για έλλειμμα νομιμότητας και δημοκρατικότητας. Πρόκειται για τον ορισμό του πραξικοπήματος και για πλεονασμό παρανομίας.
Η Αριστερά στο βαθμό που ήθελε να υπερασπίσει τη δημοκρατία και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών όφειλε να καταγγείλει τη κυβέρνηση σαν παράνομη και να την αντιμετωπίζει ολοκληρωτικά σαν παράνομη. Ο πρωθυπουργός, στη Βουλή και οπουδήποτε, έπρεπε να αντιμετωπίζεται σαν πραξικοπηματίας, παράνομος και υπόδικος πρωθυπουργός. Η Αριστερά όφειλε να μην νομιμοποιεί μια παράνομη κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό της με συμμετοχή της σε happenings τύπου συμβούλιο αρχηγών των κομμάτων. Αν αυτά τα είχε κάνει, αν είχε αναπτύξει ένα πραγματικά καταγγελτικό λόγο και λόγο ταυτόχρονα υπέρ της δημοκρατίας και της ουσιαστικής νομιμότητας, η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να σταθεί. Η κυβέρνηση θα είχε πέσει ή θα έπρεπε να προχωρήσει σε άλλου τύπου πραξικοπήματα όπως έχουν υπονοήσει ο Ψυχάρης (εκδότης του ΒΗΜΑΤΟΣ) και ο Πάγκαλος. Πέρα από το γεγονός ότι οι ξένοι επικυρίαρχοι δεν θέλουν μια τέτοια λύση στο βαθμό που οι προσπάθειες τους για νομιμοποίηση των μνημονίων θα κατέρρεαν με πάταγο, είναι πιθανό το καθεστώς να βρισκόταν προ μεγάλων εκπλήξεων, αφού στους κόλπους των ενόπλων δυνάμεων και των Σ.Α. υπάρχουν ισχυρές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται σαν νόμιμο καθήκον τους την αποτροπή της κατοχής της χώρας από ξένα κέντρα εξουσίας.
Γιατί όμως η Αριστερά «απέτυχε να κατανοήσει την ουσία της σημερινής διακυβέρνησης» ;
- Θα έλεγε κανείς ότι καταρχήν υπάρχει η δύναμη της αδράνειας. Όταν το καθεστώς σχεδόν 40 χρόνων της μεταπολίτευσης είναι, πάνω απ’ όλα, ένα καθεστώς όπου τα κόμματα εξουσίας επιβάλλουν τη κυριαρχία τους πάνω στην κοινωνία και χρησιμοποιούν τη «δημοκρατία» σαν πρόφαση, όταν η παραβίαση των προεκλογικών υποσχέσεων και προγραμμάτων είναι συστηματική, φαίνεται ότι το μυαλό, υπνωτισμένο πλέον, κάθεται και παρακολουθεί χωρίς δύναμη ξεχωριστής αντίδρασης το τέλειο σοκ και τη τέλεια καταστροφή. Ακόμη και το μυαλό των στελεχών της Αριστεράς.
- Τα κόμματα της Αριστεράς έκριναν ότι μια τόσο απόλυτη καταγγελία θα δυναμίτιζε το πολιτικό κλίμα και φοβήθηκαν για τις συνέπειες της. Έκριναν εξαρχής ότι μια τόσο ριζική κριτική θα είχε τελικά σαν συνέπεια και το κάλεσμα σε εξέγερση. Και σε μια τέτοια σκέψη πανικοβλήθηκαν*2. Η επίσημη δικαιολογία είναι ασφαλώς ότι ο κόσμος δεν είναι ώριμος για τέτοια πράγματα και καταστάσεις. Η συνέχεια βέβαια με το ξέσπασμα του κινήματος των «αγανακτισμένων» τα διέψευσε. Αποδεικνύεται ότι αυτό που δεν θέλουν πάνω απ’ όλα να χάσουν, είναι η κανονικότητα της προβλέψιμης καθημερινής ζωής τους. Γιατί η μεγάλη αλήθεια είναι ότι τα κόμματα της Αριστεράς, όπως όλα τα κόμματα παντού και πάντα, «νέου» και παλαιού τύπο, επαναστατικά και μη, κρίνουν και αποφασίζουν με βασικό κριτήριο το κομματικό συμφέρον. Τα κόμματα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που ενδιαφέρεται, πάνω απ’ όλα, να αναπαράγεται και μάλιστα με σίγουρο και εάν είναι δυνατό με διευρυμένο τρόπο. Η δημοκρατία των πολιτών και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα είναι μεν το πεδίο που ενεργεί αυτός ο οργανισμός, αλλά εκείνο για το οποίο ενδιαφέρεται κυρίως είναι ο εαυτός του – τους ανθρώπους (και τα δικαιώματα τους) τους (τα) χρησιμοποιεί. Απ’ αυτή την άποψη η παθολογία των κομμάτων δεν μπορεί να ανιχνευθεί στο Κεφάλαιο του Μαρξ, που έζησε πολύ νωρίς ώστε να μην προλάβει να αναλύσει το φαινόμενο της κυριαρχίας και αναπαραγωγής του πολιτικού κεφαλαίου που ήλθε με εκκωφαντικό τρόπο στην επιφάνεια με τα σύγχρονα μαζικά κόμματα. Θεμελιώδης κριτικός, αντίθετα, της πολιτικής μορφής κυριαρχίας και των μαζικών και γραφειοκρατικών κομμάτων, αποδείχθηκε λίγο αργότερα ο Μαξ Βέμπερ. Το κείμενο του «Η πολιτική ως επάγγελμα» (1918) είναι αρχετυπικό αυτού του είδους της κριτικής. Τελικά, τα αριστερά και τα επαναστατικά κόμματα στηρίζουν την ιδεολογική ασυλία που θέλουν να υπάρχει στην ουσία της ύπαρξης τους, στο γεγονός ότι στο μαρξιστικό Κεφάλαιο υπάρχει μελέτη μόνο της οικονομικής εκμετάλλευσης και όχι (και) της διαδικασίας της πολιτικής εκμετάλλευσης .
- Επομένως η βαθύτερη αιτία της λάθος διάγνωσης της Αριστεράς είναι μάλλον ότι τα κόμματα της δεν εμπνέονται πραγματικά από την δημοκρατία, τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και το ηθικό καθήκον. Αντίθετα όλα αυτά υπολογίζονται και ξαναυπολογίζονται, μέχρι που χάνουν την αυθεντικότητα τους και τη θεμελιώδη ισχύ τους, υπό το πρίσμα «τακτικών» και πάλι «τακτικών», που στη βάση τους έχουν μόνο αυτό: Το συμφέρον του κόμματος ∙ που τελικά παρουσιάζεται, εννοείται, σαν το συμφέρον του λαού και των κινημάτων του.
Δεν είναι να απορεί κανείς επομένως που το κίνημα των Αγανακτισμένων στράφηκε και εναντίον των κομμάτων. Οι πολίτες αισθάνονται και αντιλαμβάνονται πολύ καλά τα παραπάνω, ακόμη και αν δεν τα εκφράζουν με επεξεργασμένο λόγο, και τελικά εξεγείρονται εναντίον οποιασδήποτε μορφής κυριαρχίας τους ταλαιπώρησε τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζει να τους ταλαιπωρεί και τώρα. Όπως γράφτηκε σε ένα άλλο κείμενο:
«Τα κόμματα παρέδωσαν τον λαό στα ΜΑΤ!» (http://wp.me/pPn6Y-9n2)
*1 Παράνομη είναι η κυβερνητική ελίτ και ως προς το ίδιο της το κόμμα. Να τι λέει η Αριστερή Πρωτοβουλία ΠΑΣΟΚ σε δελτίο τύπου της (7-7-11):
«Οι ευθύνες είναι τεράστιες για τους υποστηρικτές αυτών των πολιτικών. Αυτές οι πολιτικές δεν έχουν καμία κομματική νομιμοποίηση. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ ούτε τις συζήτησε, ούτε τις συμφώνησε. Επειδή τα «απόνερα» αυτών των επιλογών το ΠΑ.ΣΟ.Κ θα τα χρεωθεί, πρέπει το κίνημα να αποκτήσει λόγο. Πρέπει να αποφασίσει και για όλα αυτά, που λίγοι αποφασίζουν για αυτό, αλλά και για το μέλλον του»
*2 Είναι εκκωφαντική η σιωπή της Αριστεράς απέναντι στη θέση συνταγματολόγων ότι έχει ενεργοποιηθεί το άρθρο 120 του συντάγματος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα